Πως μαθαίνουν οι Νέοι;
Tην ερώτηση αυτή μπορούμε να την απαντήσουμε από διαφορετικές σκοπιές.
Οι νέοι είναι το μέλλον, σωστά; Κι όμως, έχουμε φτάσει αισίως στο 2022 και ελάχιστοι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με το πως διδάσκονται οι νέοι. Σχεδόν όλοι ασχολούνται με το τι θα διδαχτούν. Είναι όμως αυτό αρκετό; Ένα μεγάλο μέρος του πως θα δομήσουν οι νέοι τον εαυτό τους, στηρίζεται ακριβώς σ’ αυτό το πως και το τι.
Αλλά η κύρια ερώτηση παραμένει: πως μαθαίνουν οι νέοι;
Tην ερώτηση αυτή μπορούμε να την απαντήσουμε από διαφορετικές σκοπιές.
Μια ενδιαφέρουσα οπτική πάνω στο ζήτημα προκύπτει από την υλοποίηση ενός προγράμματος πέντε μεγάλων αμερικάνικων κοινοτήτων, οι οποίες οποίες έδειξαν να προβληματίζονται ιδιαίτερα για το πως εκπαιδεύεται η νεολαία τους.
Η συγκεκριμένη διοργάνωση πραγματοποιήθηκε μόλις την περασμένη χρονιά (2021) με πρωτοβουλία της American Promise Alliance.
Τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας αποτελούν προϊόν ποιοτικής ανάλυσης εκατοντάδων ωρών προγραμματισμού, μάθησης και συναντήσεων. Οι πέντε κοινότητες που συμμετείχαν συνεργάστηκαν για να ενισχύσουν τα υπάρχοντα μέσα κοινωνικής, συναισθηματικής και γνωστικής (SEL) εξέλιξης των νέων.
Με όλα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία (ειδικές συνθήκες λόγω Covid, έξαρση κρουσμάτων βίας), ήταν μια ευκαιρία για τους νέους να αναστοχαστούν πάνω στο τι συμβαίνει τόσο στο εξωτερικό τους περιβάλλον όσο και μέσα τους.
Για τους δε ενήλικες ήταν μια ευκαιρία ν’ αναγνωρίσουν τις μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης και εξέλιξης των νέων.
«Θα ήταν κρίμα, μετά απ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, να πούμε πως τελικά δε μάθατε και πολλά φέτος λόγω Covid» αναφέρει χαρακτηριστικά ένας από τους συντονιστές του προγράμματος. Συνεχίζει λέγοντας πως, ειδικά οι νέοι, σε έναν μεγάλο βαθμό, μαθαίνουν μέσα σ’αυτές τις ιδιαίτερες και δυσμενείς περιστάσεις, μ’ ένα ευρύ φάσμα δεξιοτήτων και ικανοτήτων, ακριβώς επειδή αμφισβητήθηκαν και δοκιμάστηκαν.
Πως μαθαίνουν οι νέοι;
Είναι μια απίστευτα απλή ερώτηση με βαθιές προεκτάσεις. Η έρευνα αυτού του προγράμματος, επιβεβαιώνει αυτό που οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι φροντιστές νέων έχουν κατανοήσει διαισθητικά: οι νέοι μαθαίνουν καλύτερα όταν αντιμετωπίζονται ως “ολόκληροι” άνθρωποι (ολιστικά) και όταν δίνεται προτεραιότητα σε όλες τις πτυχές της ανάπτυξης και της προσωπικότητάς τους.
Η μάθηση, κάτω από αυτή την οπτική, δεν είναι απλώς το αποτέλεσμα της παρακολούθησης μαθημάτων κορμού (γενικής κατεύθυνσης), της ενασχόλησης με μια συγκεκριμένη παιδαγωγική ή της απόκτησης συγκεκριμένων γνώσεων και δεξιοτήτων. Αντίθετα, η μάθηση είναι μια κοινωνική προσπάθεια που απαιτεί ανθρώπινη σύνδεση: ένα συναισθηματικό εγχείρημα στο οποίο το να νιώθεις ασφάλεια και σεβασμό ενισχύει την ικανότητα μάθησης, όσο και η προσπάθεια κατανόησης του γενικότερου πλαισίου μάθησης, στο οποίο οι φυλετικές, πολιτιστικές και ατομικές αξίες και ιδιαιτερότητες, παίζουν κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη. Εν ολίγοις, η μάθηση είναι μια κοινωνική, συναισθηματική και γνωστική διαδικασία που συμβαίνει σε διαφορετικούς χώρους και περιβάλλοντα, και επηρεάζεται από τις βιωματικές εμπειρίες των νέων.
Το πρόγραμμα κινήθηκε σε 3 κατευθύνσεις:
Α. Στόχοι προγράμματος
Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα, υπολείπεται συχνά σε οργάνωση και πόρους, έτσι ώστε η μάθηση μη μπορεί να γίνει μέσω μιας ολοκληρωμένης και συμμετοχικής διαδικασίας. Επίσης, κεντρικό άξονα έχει τη συνεχή αξιολόγηση μέσω τεστ της ατομικής απόδοσης των μαθητών.
Οι ολιστικές, συντονισμένες από την ίδια την κοινότητα προσεγγίσεις για τη μάθηση, αποτελούν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Πράγματι, μια μεγάλης έκτασης εθνική έρευνα μαθητών στις ΗΠΑ, αποκάλυψε ότι περισσότεροι από τους μισούς μαθητές, δεν μαθαίνουν κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες υποστήριξης.
Με αυτό ως δεδομένο, η Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής, Συναισθηματικής και Ακαδημαϊκής Ανάπτυξης των ΗΠΑ, εργάστηκε για να συνδυάσει το πώς συμβαίνει η μάθηση, την εφαρμοσμένη γνώση και την τεχνογνωσία των εκπαιδευτικών, αλλά και τις ιδέες και τις εμπειρίες των νέων και των οικογενειών τους, σε ένα καινούργιο πρόγραμμα για μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στη μάθηση και την ανάπτυξη των νέων.
Η επιλογή των πέντε κοινοτήτων που επιλέχθηκαν για το πρόγραμμα, έδιναν ήδη προτεραιότητα σε ολιστικές προσεγγίσεις για τη μάθηση και την ανάπτυξη των νέων. Οι κοινότητες σχεδίασαν συναντήσεις με τους εξής στόχους:
- Να μοιραστεί η γνώση σχετικά με το πώς συμβαίνει η μάθηση.
- Να εμπνεύσουν την ανάληψη δράσης και την ενδυνάμωση των σχέσεων σε όλη την κοινότητα.
- Να προσδιοριστούν συγκεκριμένες ευκαιρίες στις οποίες η κοινότητα έχει τη δυνατότητα να δράσει.
Η πανδημία και τα κρούσματα βίας κατά άοπλων μαύρων, οδήγησαν στον περιορισμό των δυνατοτήτων της έρευνας, και στη χρήση ψηφιακών μέσων για την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Οι αίτησεις για συμμετοχή στην έρευνα ήταν πολλές (150 από 37 πολιτείες), αλλά μόνο 35 αιτήσεις κρίθηκαν πως πληρούσαν τα κριτήρια ετοιμότητας.
Β. Στρατηγικές για μια καλύτερη μάθηση
Οι νέοι ευημερούν όταν οι ενήλικες με τους οποίους αλληλεπιδρούν έχουν κοινή αντίληψη για την ανάπτυξη των νέων. Οι πέντε κοινότητες εστίασαν στην προώθηση ενός κοινού οράματος σε όλους τους άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενους (εκπαιδευτικούς, γονείς και μέλη κοινοτικών οργανώσεων). Για να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν κοινά οράματα, οι συμμετέχουσες κοινότητες ακολούθησαν μια σειρά από στρατηγικές.
1 | Εναρμόνιση: Δημιουργώντας ένα ενιαίο πλαίσιο δράσης
Οι ηγέτες/αντιπρόσωποι της κάθε κοινότητας, εντόπισαν τομείς που έπρεπε να εναρμονιστούν για να γίνει εφικτή η προώθηση ενός κοινού οράματος ολοκληρωμένης κοινωνικής, συναισθηματικής και γνωστικής ανάπτυξης. Στοιχεία της εναρμόνισης ήταν η χρήση κοινής ορολογίας, γλώσσας και κοινών στρατηγικών, όπως η συμφωνία στις έννοιες δικαιοσύνης, συμφωνία στη χρήση αντιρατσιστικών πρακτικών και η χρήση διαδικασιών ελέγχου ποιότητας του προγράμματος.
Σχετικά με όλα τα παραπάνω ενημερώθηκαν τόσο το προσωπικό των συμμετεχόντων σχολείων, όσο και των παιδιών, των γονιών τους, αλλά και των ενήλικων που συμμετείχαν στο πρόγραμμα.
Οι κοινοτικοί οργανισμοί παρείχαν εκπαιδεύσεις και διάλογο με εμπειρογνώμονες για να ενισχύσουν αυτή την εναρμόνιση.
Το ξεκαθάρισμα εννοιών όπως “φυλή”, “φυλετική διάκριση” και “ισότητα” ήταν το πρώτο βήμα. Έπειτα, δόθηκε έμφαση στην αναγνώριση και κατανόηση των διαφορών και ανισοτήτων στις ζωές των νέων. Έγινε ξεκάθαρο πως η Κοινωνική και Συναισθηματική Μάθηση (SEL) πρέπει να γίνεται πάντα χωρίς κοινωνικές και φυλετικές διακρίσεις.
2 | Χρήση ξεκάθαρης γλώσσας/λεξιλογίου και μεταφοράς του σε δράση.
Οι λανθασμένες αντιλήψεις μπορούν να ανθίσουν όταν οι συμμετέχοντες στο εκπαιδευτικό σύστημα και τις υπόλοιπες δομές υποστήριξης της νεολαίας, δεν διαθέτουν μια κοινή βάση γνώσεων, κάτι που του αποτρέπει απ’ το να υποστηρίξουν τη μετάβαση σε μαθησιακά περιβάλλοντα που ενσωματώνουν κοινωνικές, συναισθηματικές και γνωστικές δεξιότητες.
Οι κοινοτικές συνεδριάσεις παρείχαν την ευκαιρία στους συντονιστές του προγράμματος, να δημιουργήσουν μια κοινή κατευθυντήρια γραμμή για το πώς θα υλοποιόταν το πρόγραμμα. Αυτό ξεκαθάρισε το πως θα συνεργάζονταν μεταξύ τους και πως τα προσυμφωνημένα μπορούσαν να μεταφερθούν σε πράξη.
Για παράδειγμα, οι λέξεις που χρησιμοποιούσαν τα σχολεία ήταν μερικές φορές απρόσιτες για τους νέους και πολύ ευρείες. Αυτό οδήγησε σε εσφαλμένες αντιλήψεις για το SEL. Ένας καθηγητής ανέφερε το εξής: “Θα θέλαμε να εστιάσουμε στην αφαίρεση της προβληματικής ορολογίας από τη συζήτηση, έτσι ώστε τα μέλη της κοινότητας να μπορούν να συνεισφέρουν ενεργά σε αυτήν τη συζήτηση.”
Η Διευθύντρια Στρατηγικών Πρωτοβουλιών της NAZA είπε: “Πρέπει να αλλάξουμε την πεποίθηση ότι το SEL απλά βοηθάει στη δημιουργία soft skills. Το SEL προσφέρει βασικές δεξιότητες που χρειάζονται οι άνθρωποι για τη ζωή και την απασχόληση”.
Ένας συμμετέχων σημείωσε πως “Υπάρχει μεγάλη εστίαση στην ψυχική υγεία, και παίρνουν το SEL και το εξισώνουν με υποστήριξη ψυχικής υγείας. Αυτό μπορεί να αποσπάσει την προσοχή από το μήνυμα που προσπαθούμε να δώσουμε. Αυτό που κάνει ένας εκπαιδευτικός για να προωθήσει την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη σε μια τάξη ή σε ένα πρόγραμμα μετά το σχολείο, δεν είναι το ίδιο με το να παραπέμπει ένα νεαρό άτομο για υπηρεσίες συμπεριφοριστικής υγείας”. Έγινε λοιπόν ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός σε όλους όσους συμμετείχαν στο πρόγραμμα, ό,τι η καλλιέργεια ενός κλίματος που βοηθάει την κοινωνική και συναισθηματική εξέλιξη – στο οποίο μπορεί να συνδράμει καθοριστικά η SEL – είναι μια απαραίτητη συνθήκη διδασκαλίας και όσοι έχουν συγκεκριμένες ανάγκες ψυχικής υγείας, θα χρειαστούν πιο συγκεκριμένες υπηρεσίες υποστήριξης όπως η συμβουλευτική, η ψυχοθεραπεία κλπ.
3 | Μείωση της ζημιάς που υπέστησαν οι νέοι απ’ τα πρόσφατα κρούσματα βίας
Για την αντιμετώπιση της επιρροής των πρόσφατων περιστατικών βίας (πχ πυροβολισμοί της αστυνομίας σε άοπλους Μαύρους), οι οργανώσεις συμφώνησαν να διατυπώσουν ρητά τον τρόπο με τον οποίο η φυλή, ο ρατσισμός, η ταυτότητα και το ανήκειν επηρεάζει την εξέλιξη των παιδιών. Μια κοινότητα, το αντιμετώπισε οργανώνοντας συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και ενημέρωσης του κοινού, για ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Μετά τις διαμαρτυρίες, έγινε προφανές ότι η δικαιοσύνη έπρεπε να είναι βασική προϋπόθεση για οποιοδήποτε μετασχηματισμό σε όλες τις κοινότητες.
Ενήλικες και νέοι σε κάθε κοινότητα μοιράστηκαν παραδείγματα τρόπων με τους οποίους τα τρέχοντα συστήματα βλάπτουν τους έγχρωμους νέους, μια προαπαιτούμενη συζήτηση για την αποκατάσταση της βλάβης και την ανάπτυξη πιο δίκαιων προσεγγίσεων. Οι συντονιστές του προγράμματος, χρησιμοποίησαν συναντήσεις στις οποίες εφαρμόζονταν κοινωνικές και συναισθηματικές πρακτικές, ως έναν τρόπο αντιμετώπισης του ρατσισμού. Αυτές περιελάμβαναν τη διάθεση χρόνου για να γίνουν κατανοητά ιστορικά παραδείγματα ρατσισμού σε σχολεία και κοινότητες, καθώς και τις επιπτώσεις τους στα σύγχρονα περιβάλλοντα μάθησης. Ένας συμμετέχων πρόσθεσε το εξής: “Νομίζω ότι η προώθηση της ισότητας και της ένταξης ξεκινά πραγματικά με το να γνωρίζουμε ότι δεν γνωρίζουμε όλοι την αλήθεια και ότι πρέπει να την μάθουμε”.
Οι συναντήσεις αυτές, έδιναν επίσης ευκαιρία στους νέους να μιλήσουν για τις κοινές τους εμπειρίες. Από αυτές προέκυψαν προτάσεις όπως αναθεώρηση των πρακτικών με έναν τρόπο συμπερίληψης της ισότητας και μιας αντιρατσιστικής προοπτικής, μείωση της παρουσίας της αστυνομίας στα σχολεία, υιοθέτηση ενός ειδικού προγράμματος σπουδών για μαύρους ηλικίας ως 12 ετών και δημιουργία ενός μεταμορφωτικού SEL ενηλίκων με εστίαση στην αυτογνωσία και στην ατομική ταυτότητα, τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών. Παλιές πρακτικές όπως η αποφυγή συμμετοχής μαύρων στις εκπαιδεύσεις SEL, καταργήθηκαν.
Ένας άλλος τομέας αλλαγής περιλάμβανε τη μετάβαση από μια οπτική έλλειψης ικανοτήτων σε μια οπτική υποστήριξης των υπαρχόντων ικανοτήτων των νέων. Ένας εισηγητής του μεταμορφωτικού SEL το έθεσε ως εξής: “Όταν μιλάμε για μετασχηματιστικό SEL επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε ένα νέο πλαίσιο που δεν προκαθορίζει πλέον το πώς πρέπει να ενεργούν οι μαθητές μας, το πώς πρέπει να ρυθμίζουν τους εαυτούς τους ή το πώς πρέπει να εμφανίζονται οι μαθητές μας για να μπορούμε εμείς να διδάσκουμε με τρόπο πιο βολικό για εμάς. Μέσω του μετασχηματιστικού SEL, δημιουργούμε έναν χώρο μέσα στον οποίο αναγνωρίζουμε ότι οι μαθητές είναι ανεξάρτητα άτομα και έχουν δικές τους απόψεις, χαρακτηριστικά και ατομική ταυτότητα, και πως έχουν την δυνατότητα και ικανότητα να εμπλουτίσουν το περιβάλλον τους”.
Είναι ένα SEL κατά το οποίο τόσο οι μαθητές, όσο και οι γονείς, οι καθηγητές και οι συντονιστές του SEL, μαθαίνουν μαζί και συνδημιουργούν τις εκπαιδευτικές εμπειρίες που βιώνουν οι νέοι.
Συγκεκριμένα ο Σύλλογος των Δημόσιων Σχολείων της Βοστώνης (BPS), διαμόρφωσε τη δική του εκδοχή της SEL.
“H SEL είναι μια διαδικασία μέσω της οποίας οι νέοι και οι ενήλικοι αποκτούν σημαντικές ικανότητες και προσόντα, έτσι ώστε να διαμορφώσουν μια θετική ταυτότητα, να έχουν μια ικανή αυτοδιαχείριση, να δημιουργήσουν υγιείς σχέσεις και να μπορέσουν να κατευθύνουν με επιτυχία τον εαυτό τους σε οτιδήποτε τους προκύπτει”.
Έμπρακτα το υλοποίησαν με βάση τέσσερις άξονες:
- Εστίαση στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων, δηλαδή στην αναγνώρισή της σε οποιοδήποτε κομμάτι της εκπαίδευσης των νέων αυτή υπάρχει.
- Εκπαίδευση στη διαφορετικότητα και υποστήριξή της σε όλα τα κλιμάκια. Αυτό έγινε με διαδικτυακά σεμινάρια στους καθηγητές και συντονιστές όλων των κλιμακίων.
- Αναγνωρίζοντας τη σημασία της αλλαγής νοοτροπίας των ενηλίκων για τη βελτίωση των πρακτικών με επίκεντρο τη δικαιοσύνη. Όταν έγινε κατανοητό πως η μεταμορφωτική SEL απαιτεί από τους εκπαιδευτικούς να αντλούν από τις δικές τους κοινωνικές και συναισθηματικές ικανότητες, έγινε προφανής η επιτακτική ανάγκη της εξέτασης των εσωτερικών προκαταλήψεων των καθηγητών και συντονιστών. Έτσι, αφού εντοπίσουν και αντιμετωπίσουν τις δικές τους προκαταλήψεις, είναι σε θέση να εφαρμόσουν την μεταμορφωτική SEL πολύ αποτελεσματικότερα.
- Τέλος, δημιουργήθηκε κι ένα δίκτυο υποστήριξης ενηλίκων, έτσι ώστε και οι γονείς κλπ συμμετέχοντες στο πρόγραμμα, να μπορούν να συνδράμουν κι αυτοί στο έργο του σχολείου.
Γ. Πρακτικές εφαρμογής: Ένα νέο όραμα για την εκπαίδευση των νέων
Απ’ όλες αυτές τις προσπάθειες μιας διαφορετικά οργανωμένης κοινωνικής, συναισθηματικής και γνωστικής μάθησης, με κέντρο αναφοράς τους νέους και τις ιδιαιτερότητες τους, προέκυψαν τα παρακάτω συμπεράσματα:
1 | Η ισότητα πρέπει να είναι ένα ζητούμενο αποτέλεσμα της Κοινωνικής, Συναισθηματικής και Γνωστικής εξέλιξης.
Και στις πέντε κοινότητες, οι νέοι έθεσαν διαρκώς ζητήματα ρατσισμού και ζητούσαν απ’ τους ενήλικες να ψάξουν την ιστορία του ρατσισμού στη χώρα τους και το πώς αυτή εξακολουθεί να επηρεάζει την καθημερινότητά τους. Σε συνδυασμό με την αυξημένη εθνική ευαισθητοποίηση σχετικά με τον καταστροφικό αντίκτυπο του ρατσισμού, αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι ενήλικες να είναι γενικά πιο ανοιχτοί στο να ακούσουν και να μάθουν από τους νέους. Οι ενήλικες των κοινοτήτων κλήθηκαν να βοηθήσουν έτσι ώστε να δημιουργηθούν δίκαια και συμπεριληπτικά περιβάλλοντα μάθησης, τα οποία θα δώσουν την ευκαιρία στη σχολική κοινότητα να θεραπευθεί. Προέχει οι μαθητές και οι καθηγητές να νιώσουν ασφαλείς και υγιείς, έτσι ώστε να είναι έτοιμοι να μάθουν ή να διδάξουν αντίστοιχα.
Οι κοινότητες προσδιόρισαν τις ακόλουθες στρατηγικές:
- Μείωση των ανισοτήτων. Καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, οι νέοι, οι καθηγητές και οι ενήλικες που υποστηρίζουν τη νεολαία, βίωσαν ένα συλλογικό τραύμα. Αλλά αναγνώρισαν επίσης ότι πολλοί νέοι και οικογένειες βίωναν οικονομική ανασφάλεια και μειωμένη πρόσβαση σε δομές υποστηρίξης. Γι’ αυτό δόθηκε έμφαση στη χρήση πρακτικών SEL σε αυτούς που δεν είχαν πρόσβαση στις δομές υποστήριξης.
- Έμφαση στην ενημέρωση των κέντρων νεότητας και των οικογενειών. Η αυθεντική ενασχόληση με τη νεολαία και τις οικογένειες, είναι ένα ουσιαστικό συστατικό αυτών των προσπαθειών. Οι επαγγελματίες που ενσωματώνουν κοινωνικές και συναισθηματικές μαθησιακές πρακτικές, πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση δυναμικών ισχύος και να τονίζουν την αναγκαιότητα της αυτοφροντίδας, της διαφάνειας και της περιέργειας κατά την οικοδόμηση σχέσεων, ειδικά μεταξύ των πολιτισμών, καθώς και τα αμοιβαία οφέλη των αυθεντικών σχέσεων.
- Η ισότητα απαιτεί χρόνο και τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων. Σε αντίθεση με το παρελθόν όπου οι επαγγελματίες σε σχολικά και εξωσχολικά περιβάλλοντα αναζητούσαν «γρήγορες λύσεις» και απλές στρατηγικές, οι συντονιστές αυτού του προγράμματος έδωσαν βάση στο να γίνει κατανοητό σε όλους τους εμπλεκόμενους ότι αυτό το είδος εργασίας απαιτεί χρόνο. Το ευρύτερο περιβάλλον, πρέπει να υποστηρίζει μια κουλτούρα αφιέρωσης αρκετού χρόνου για τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων.
2. H μετάβαση, για τους ενήλικες συντονιστές, από τις παλιές στις νέες συμπεριληπτικές πρακτικές, απαιτεί χρόνο και χώρο.
Για να αναπτύξουν οι ενήλικες τη δική τους ικανότητα να οργανώνουν και να διδάσκουν κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες με συμπεριληπτικό τρόπο, απαιτείται χρόνος, πρωτόκολλα και ένα ασφαλή χώρο εργασίας. Λόγω της πανδημίας, έγινε προφανές ό,τι οι ενήλικοι καθηγητές, φροντιστές και επαγγελματίες του χώρου, θα πρέπει να καλύψουν πρώτα τις δικές τους κοινωνικές και συναισθηματικές ανάγκες. Οι συντονιστές του προγράμματος, δημιούργησαν άμεσα ασφαλείς χώρους, όπου μπορούσαν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο πρόγραμμα, να εκφράζουν την ευαλωτότητά τους και να ζητούν βοήθεια όταν αυτό χρειαζόταν, δίνοντάς τους την ίδια μεταχείριση που θα έδιναν οι ίδιοι με τη σειρά τους στους νέους.
Οι κοινότητες προσδιόρισαν τις ακόλουθες στρατηγικές:
- Παροχή σε ενήλικες που εξυπηρετούν τη νεολαία ευκαιριών να καλύψουν τις δικές τους κοινωνικές και συναισθηματικές ανάγκες. Αυτό έγινε είτε μέσω τηλεφωνικών κλήσεων, για έλεγχο της συναισθηματικής κατάστασης των ίδιων των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα, αλλά και με τη δημιουργία της δυνατότητας αναδιάρθρωσης των κανόνων των συναντήσεων του προγράμματος, μέσω ανατροφοδότησης από συνεργάτες, από τις οικογένειες και τους φροντιστές των νέων. Στην αρχή των περισσότερων συναντήσεων, αφιερωνόταν χρόνος για να βαθμολογήσουν οι συμμετέχοντες το πώς αισθάνονται, να ονομάσουν περιοχές στις οποίες ένιωθαν καταπονημένοι ή να δώσουν συγκεκριμένα παραδείγματα για το πώς εξασκούσαν στον εαυτό τους για την εφαρμογή του προγράμματος. Αυτή η διαδικασία βοήθησε στην δημιουργία της πεποίθησης στους συντονιστές, πως οι νέοι και αυτοί που τους εκπαιδεύουν είναι ανεξάρτητοι άνθρωποι μέσα στο ίδιο περιβάλλον, και στη συνειδητοποίηση του γεγονότος πως και οι δύο μεριές (εκπεδευτές/ μαθητές) είναι με πολλαπλό τρόπο διασυνδεδεμένες.
- Βαθύτερη ενδοσκόπηση των ενηλίκων στις δικές τους αδυναμίες και προκαταλήψεις. Ένα πράγμα που κατάλαβαν έγκαιρα οι συντονιστές, είναι η πνευματική αλλά και η σωματική κόπωση που υπόκεινται οι εκπαιδευτικοί και όσοι, γενικά, βοηθούν τη νεολαία, ιδιαίτερα λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών (Covid, αύξηση εξτρεμιστικών κρουσμάτων βίας). “Το να φροντίζεις τον εαυτό σου δεν είναι εγωιστικό. H αυτοφροντίδα βοηθάει και στο να μπορεί κάποιος πιο εύκολα να ζητήσει βοήθεια, οποιοδήποτε και αν είναι το πόστο του. Αυτή, σε συνδυασμό με την ανίχνευση τυχόν προσωπικών προκαταλήψεων, είναι ένα βασικό προπαρασκευαστικό στάδιο για τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα”, ανέφερε ένας συντονιστής του προγράμματος.
- Οι άνθρωποι που φροντίζουν τους νέους (γονείς, καθηγητές κλπ) χρειάζονται και αυτοί επαγγελματική και προσωπική υποστήριξη. Η όλη κατάσταση με τον Covid, διατάραξε τόσο την εμπιστοσύνη στις ικανότητες κάθε γονέα και βοηθού της νεολαίας, όσο και την ίδια την εξέλιξη των νέων, αφού οι κοινωνικές τους δεξιότητες ατρόφησαν. Δόθηκε, όμως, και μια νέα ευκαιρία για ενημέρωση και μάθηση μέσω μιας διαδικτυακής σειράς ενημερωτικών βίντεο SEL. Η αυξανόμενη ανάγκη για SEL στη διάρκεια του lockdown, βοήθησε στο να επισπευσθούν κάποιες διαδικασίες, αλλά και ν’ αλλάξουν μορφή. Έτσι έγιναν webinar που ταυτόχρονα μεταφράζονταν σε πολλές γλώσσες όπως Ισπανικά και Κινέζικα. Επίσης, δημιουργήθηκαν ομάδες στις οποίες οι νέοι έκφραζαν διαδικτυακά, ελεύθερα τους προβληματισμούς τους και τα θέματα που τους απασχολούσαν, τόσο σε γονείς όσο και στους καθηγητές τους. Κάποιοι γονείς ανέλαβαν το ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ των παιδιών και των εκπαιδευτικών, κάτι το οποίο τους βοήθησε αφενός στο να κατανοήσουν τις ανάγκες των παιδιών τους, και αφετέρου στο να συμμετέχουν στην λήψη αποφάσεων σχετικά με τις πρακτικές που θα εφαρμοζόντουσαν για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Τέλος, αναπτύχθηκαν κοινότητες μάθησης που παρέχουν αντίστοιχη SEL εκπαίδευση, τόσο σε γονείς όσο και σε καθηγητές.
3. Το να ακούγεται η φωνή των νέων, είναι κρίσιμος παράγοντας για την εξέλιξη της εκπαιδευτικής πρακτικής.
Οι συντονιστές του προγράμματος, ανακάλυψαν πως το να δωθεί κεντρική θέση στην άποψη και στις ηγετικές ικανότητες των νέων, ήταν κρίσιμη στη δημιουργία αποτελεσματικών πλαισίων μάθησης. Η αντιπροσώπευση των νέων οδήγησε σε ιδανικές λύσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά και στην αναγνώριση ρατσιστικών πρακτικών και κρουσμάτων. Βοήθησε, επίσης, στην διαμόρφωση νέων, συμπεριληπτικών πρακτικών. Η ενθάρρυνση των νέων στη συμμετοχή λήψης αποφάσεων που επηρεάζουν την εκπαίδευσή τους, εμπεριέχει από μόνη της τα στοιχεία της Κοινωνικής, Συναισθηματικής και Γνωσιακής μάθησης.
Οι κοινότητες προσδιόρισαν τις ακόλουθες στρατηγικές:
- Δημιουργία χώρου έκφρασης των νέων σε διαδικασίες που ως τώρα λόγο είχαν μόνο οι ενήλικες. Από την αρχή του προγράμματος, πάρθηκε η απόφαση συμμετοχής των νέων σε αποφάσεις και στην έκφραση απόψεων που ως τώρα ήταν αποκλειστικό δικαίωμα ενός συντονιστή ή ενός εκπαιδευτικού. Στόχος ήταν λοιπόν “Να δημιουργήσουμε έναν χώρο όπου οι νέοι θα μπορούσαν να κάνουν φίλους, να έχουν καταπληκτικές ιδέες και να αισθάνονται άνετα στη συνεργασία μεταξύ τους, για να πετύχουν ένα κοινό στόχο”. Κλειδιά για τη διασφάλιση της ηγετικής συμμετοχής των νέων, ήταν το να εντοπίζουν οι ίδιοι ζητήματα με τα οποία είναι παθιασμένοι ή τους απασχολούν πιο πολύ, το να παρέχονται σ’ αυτούς προγράμματα εκπαίδευσης πλέον του προγράμματος του σχολείου, καθώς και η ταυτόχρονη συμμετοχή σ’ αυτά τα προγράμματα, τόσο αντιπροσώπων των νέων, όσο και ενηλίκων εκτός των προγραμμάτων αυτών. Όπως πρόσθεσε ένας συντονιστής “Δεν είμαστε εδώ για να δουλέψουμε γι’ αυτούς παρά μαζί τους. Συμμετέχουμε σε μια ομαδική προσπάθεια. Και όταν τολμάμε να επιτρέψουμε στη νεολαία μας να ονειρευτεί, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι κουβαλούν ήδη μέσα τους τα όνειρα των προγόνων τους”. Αυτό βοήθησε στην μετατόπιση από μια συμμετοχικής φύσης κατεύθυνση, σε μια συμπεριληπτικής φύσης κατεύθυνση, με την ταυτόχρονη παροχή δυνατότητας στη λήψη αποφάσεων από μεριάς των ίδιων των νέων.
- Ενδυνάμωση της λήψης αποφάσεων από νέους. Στη διάρκεια του προγράμματος, έγινε προφανής η αναγκαιότητα του μοιράσματος της λήψης αποφάσεων των συντονιστών με τους ίδιους τους νέους. Η αλλαγή αυτή, βοήθησε στη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των ίδιων των νέων. Η διαδικασία πλέον μετατοπίστηκε στη λήψη αποφάσεων από του νέους, με feedback απ’τους ενήλικες του προγράμματος.
Οπότε πως μπορούν οι νέοι να μάθουν πιο αποτελεσματικά;
Από την υλοποίηση του προγράμματος έγινε ξεκάθαρο πως οι κοινωνίες που εφαρμόζουν μια ολιστική, συντονισμένη και καθοδηγούμενη διαδικασία εκπαίδευσης και υποστήριξης των νέων, έχουν θετικά αποτελέσματα τόσο στην εμπλοκή των νέων στην ίδια τους την εξέλιξη, όσο και στη βελτίωση των ίδιων των συντονιστών και οποιουδήποτε συμμετέχει σ’ αυτήν. Η δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου δράσης, ενός ξεκάθαρου λεξιλογίου για την επικοινωνία και η αντιμετώπιση της έμμεσης βίας που δέχονται οι νέοι, βοήθησαν αρκετά στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος πιο ικανού για την εκπαίδευσή τους. Επίσης, η κατανόηση της επιτακτικής ανάγκης της αυτοφροντίδας των ενηλίκων, της αντιμετώπισης των ανισοτήτων και των προκαταλήψεων τόσο των συντονιστών όσο και των μαθητών, καθώς και το δόσιμο προτεραιότητας στη δύναμη της φωνής των νέων ως όχι μόνο συμμετεχόντων αλλά ως συμμέτοχοι στη λήψη αποφάσεων, οδηγούν σ’ ένα πιο αποτελεσματικό και δίκαιο εκπαιδευτικό μοντέλο. Μια πρακτική που στον πυρήνα της αντιμετωπίζει τους νέους ολιστικά, αντιμετωπίζωντάς τους ως πολύπλευρες προσωπικότητες και δίνοντάς τους κάθε πιθανή ευκαιρία μάθησης ακολουθώντας πιθανά διαφορετικές κατευθύνσεις ο καθένας. Βασικός παράγοντας είναι η απόρριψη παλιών πρακτικών που προωθούσαν, ενίσχυαν ή απλά υπόθαλπαν τον ρατσισμό και την ανισότητα των μελών της κοινωνίας. “Υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος, αλλά η συστηματοποίηση πρακτικών ισότητας και ισοκατανομής της δύναμης και των ευκαιριών, είναι ένα απαραίτητο βήμα για να προχωρήσουμε μπροστά”.
Ναι αλλά ζούμε στην Ελλάδα και όχι στην Αμερική…
Ίσως όλα τα παραπάνω μας φαίνονται επιστημονική φαντασία για τα ελληνικά δεδομένα. Αλλά μπορεί και να μην είναι. Στο χέρι μας είναι. Η αλλαγή μπορεί να γίνει ακόμη κι εδώ, αλλά θέλει χρόνο και υπομονή. Και όπως ξεπερνιόνται όλες οι δυσκολίες… ένα βήμα τη φορά!
Μετάφραση διασκευή:
Γιώργος Στυλιανόπουλος, Σύμβουλος Προσωπικής Ανάπτυξης και Κοινωνικής Συναισθηματικής Μάθησης, Ηθοποιός, Σκηνοθέτης, Σεναριογράφος.
- Στην έρευνα/ πρόγραμμα: How Learning Happens: LESSONS LEARNED FROM FIVE COMMUNITIES, Monika Kincheloe, Mark Toner, Rachel Murphy, Liz Glaser, 2021
- Στα προγράμματα Συμβούλων Κοινωνικής Συναισθηματικής Μάθησης του Κέντρου.